Η εμφάνιση και ευρεία χρήση των αναστολέων του TNFα στα τέλη της δεκαετίας του ’90 άλλαξε ριζικά τα θεραπευτικά αποτελέσματα στη ΝΙΑ. Με την κατάλληλη αγωγή η κλινική ύφεση αποτελεί πλέον εφικτό στόχο. Ωστόσο, η χρόνια χρήση των βιολογικών θεραπειών ενέχει σημαντικούς κινδύνους που αφορούν λοιμώξεις από βακτήρια, ιους ή άτυπα παθογόνα. Όπως με όλα τα χρονίως χορηγούμενα φάρμακα είναι δύσκολο να βρεθεί η χρησή τομή μεταξύ αποφυγής των επιλοκών των φαρμάκων αυτών καθώς και της έξαρσης της νόσου. Στις μέρες μας δεν υπάρχουν ξεκάθαρες οδηγίες για τη διακοπή των βιολογικών θεραπειών, παρόλα αυτά υπάρχουν μελέτες αναφορικά με τα αποτελέσματα της διακοπής των βιολογικών θεραπειών σε ασθενείς με ΝΙΑ.
Σε μια αναδρομική μελέτη η οποία πραγματοποιήθηκε στις ΗΠΑ προ 2 ετίας αναλύθηκαν τα δεδομένα από 214 παιδιά με ΝΙΑ στα οποία έγινε διακοπή της αγωγής με βιολογικούς παράγοντες μετά από μακροχρόνια ύφεση.
Εξετάστηκε ο χρόνος μεταξύ διακοπής του βιολογικού παράγοντα και της πρώτης υποτροπής καθώς και το ποσοστό των ασθενών οι οποίοι χρειάστηκε να ξαναρχίσουν αγωγή με βιολογικό παράγοντα.
Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι έξι μήνες και ένα χρόνο μετά τη διακοπή με βιολογικό παράγοντα το 50% και το 1/3 των ασθενών αντίστοιχα, παρέμεναν σε ύφεση χωρίς υποτροπή. Αντίθετα το 25% των ασθενών ξανάρχισαν αγωγή με βιολογικό παράγοντα στο χρονικό αυτό διάστημα ενώ για τους υπόλοιπους οι υποτροπές αντιμετωπίστηκαν με τοπικά κορτικοστεροειδή ή με βραχέα σχήματα συστηματικώς δρώντων κορικοστεροειδών φαρμάκων.
Η ΝΙΑ αποτελεί ένα χρόνιο νόσημα με εξάρσεις και υφέσεις. Το 1/3 των ασθενών με ΝΙΑ υπο αγωγή με βιολογικό παράγοντα θεωρείται ασφαλές να διακόψει τη θεραπεία χωρίς επιπλοκές, ωστόσο χρειαζόμαστε καλύτερα δεδομένα προκειμένου να μπορούμε να προβλέψουμε τις κατηγορίες των ασθενών στους οποίους η διακοπή των αντι TNFα δε θα έχει σαν αποτέλεσμα την υποτροπή του βασικού νοσήματος.